Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης: «Εν ημέρα ότε κρίνει ό Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων κατά το ευαγγέλιόν μου δια Ιησού Χριστού» (‘Ρωμ. 2,16)
Ποια είναι αυτά «τα κρυπτά» πού θα κρίνει ό Θεός; Δεν θα κρίνει ασφαλώς μόνο «τα κρυπτά». Θα κρίνει και τα φανερά αμαρτήματα. Άλλ’ εδώ ό λόγος είναι ειδικώς για τα κρυφά, «τα κρυπτά των ανθρώπων».
Από τότε πού αμάρτησαν ό Αδάμ και ή Εύα, μέσα στον άνθρωπο υπάρχει μία τάσης να σκεπάζει τα αμαρτήματα του. Σαν το γατί με συγχωρείτε για την εικόνα πού κάνει την ακαθαρσία του και μετά τη σκεπάζει, έτσι και χειρότερα ό άνθρωπος. Κάνει το κακό, κοιτάζει δεξιά – αριστερά, και το σκεπάζει να μην τον δη κανείς – έτσι νομίζει.
Παρατηρήστε στο σπίτι το μικρό παιδί. Κάνει μια αταξία ή ζημιά. Δεν πάει στη μάνα να πει, Έκανα αυτό το κακό. Κάθεται στο τραπέζι σαν αγγελούδι. Και πρέπει να είναι πολύ έξυπνη ή μάνα για να καταλάβει ότι ό μικρός έκανε κάποια ζαβολιά. Αυτός δέ’ λέει τίποτα.
Πρέπει να ‘ρθη ή γειτόνισσα ή ό αστυνόμος να το αποκάλυψη. Και πάλι ό μικρός θα προσπαθήσει να σκεπάσει την αμαρτία του. Οι γονείς είναι οι τελευταίοι πού λαμβάνουν γνώση των διαφόρων αταξιών των παιδιών τους.
Και αν από το σπίτι πάτε στο σχολείο και ρωτήσετε το δάσκαλο ή τον καθηγητή, θα σας πουν τι μαρτύριο τραβάνε. Ενώ γίνεται μια αταξία στην ταξί, στο σχολείο μέσα, τα παιδιά δέ’ μαρτυράνε, δέ’ λέει κανείς ποιος το ‘κανε’ σκεπάζουν τον ένοχο και δυσκολεύουν την έρευνα, ώστε να μη ανακαλυφθεί ό δράστης. Σκεπάζει ό μικρός τη ζημιά στο σπίτι, σκεπάζει ό μαθητής την αταξία του στο σχολείο. Αν πάτε και στο στρατό, όσοι κάνατε στρατιώτες θα παρατηρήσατε το εξής.
Όταν γίνεται κάποια παράβαση στο λόχο, ό ένοχος προσποιείται ότι είναι καθ’ όλα εν τάξει, ώστε να μείνει ατιμώρητος. Και αν βγείτε τέλος στην κοινωνία, εκεί να δείτε τι κόπο καταβάλλει ή αστυνομία για ν’ ανακάλυψη ποιος έκανε τα διάφορα εγκλήματα. Όλοι σκεπάζουν το αμάρτημά τους.
Να «τα κρυπτά των ανθρώπων»
Άλλα τέλος πάντων να κρύβεται ό μικρός από τη μάνα του, να κρύβεται ό μαθητής από το δάσκαλο, να κρύβεται ό στρατιώτης από το λοχία, να κρύβεται ό πολίτης από τον αστυνόμο, να κρύβονται όλοι αυτοί, καλά, το καταλαβαίνω να συνεχίζεται όμως το κρυφτούλι και ανάμεσα στο αντρόγυνο;
Ω «τα κρυπτά των ανθρώπων» Ρωτάει ό άντρας, πού έρχεται ιδρωμένος το μεσημέρι• —Που ήσουν; —Στη θεία μου. Την άλλη φορά• —Πού ήσουν; —Στον αδερφό μου. —Πού ήσουν; — στο γιατρό. —Πού ήσουν; —στο Ι.Κ.Α.. —Πού ήσουν; —Στη μοδίστρα… Κι αυτή που ήταν; Πουθενά, σε κανένα άπ’ αυτούς. Εδώ είναι ένα χάος. Κρύβεται, και μπροστά στον άντρα της παρουσιάζεται ως αθώα.
Ενώ έχει διαπράξει την ατιμία και ό κόσμος το ξέρει και βοά όλη ή γειτονιά, ό ταλαίπωρος ό άντρας μένει μέσα στο σκότος. Μα μόνο ή γυναίκα κρύβεται; Μήπως και ό άντρας δεν κρύβεται από τη γυναίκα, πού αγνοεί ή ταλαίπωρος τι κάνει αυτός, πού γυρίζει δεξιά κι αριστερά;
Αυτά είναι «τα κρυπτά των ανθρώπων». Όλοι κρύβουν τα αμαρτήματα τους. Παίζουμε με άλλα λόγια ένα θέατρο. Σου λένε• Θα πας στο θέατρο; Ποιο θέατρο; Εδώ είναι το θέατρο, έτσι όπως καταντήσαμε, μια κοινωνία της ψευτιάς. Πρώτα οι άνθρωποι είχαν ειλικρίνεια- γράμματα δεν ήξεραν, διπλώματα δεν είχαν, γλώσσες δέ’ μιλούσαν, άλλα μύριζαν θυμάρι, ήτανε ντόμπροι. Τώρα όλοι περπατούν με μάσκες.
Φαίνονται απ έξω αγγελούδια, μιλούν με ευγένεια, αλλά μέσα ή καρδιά τους είναι ένα εργαστήριο του διαβόλου. Από όσα διαπράττουν οι άνθρωποι, ελάχιστα συλλαμβάνει ό νόμος. Νομίζετε ότι αυτοί πού βρίσκονται στη φυλακή είναι οι μόνοι εγκληματίες; Λίγοι είναι μέσα. Από τα χίλια εγκλήματα ένα πιάνει ή τσιμπίδα, καί από αυτά πιάνει το μικρότερο. Τα μεγαλύτερα είναι σκεπασμένα.
Τα ‘χει ό διάβολος κλεισμένα στο ψυγείο. Υπάρχουν εγκλήματα!… Βλέπεις το φτωχό, κλέβει πέντε κουλούρια στο δρόμο και ό ταλαίπωρος μπαίνει στη φυλακή• και βλέπεις τον άλλο με τα μεγάλα αξιώματα να κάνη βουτιές στα δημόσια ταμεία, να κλέβει συνεχώς, να χτίζει πολυκατοικίες να πηχτώνη τη θάλασσα από καράβια, και είναι ελεύθερος και περπατάει έξω σαν κύριος. Υπάρχουν κλοπές πού δεν τις έχει ανακαλύψει κανένας έφορος.
Υπάρχουν συζυγικές και οικογενειακές απάτες καλυμμένες- ό άντρας άπατα τη γυναίκα, κι αυτή ή δυστυχής τον θεωρεί σαν άγγελο-το αγόρι ή το κορίτσι έχουν παραστρατήσει, κ’ οι γονείς το αγνοούν… Υπάρχουν ψευδό-μάρτυρες πού άπλωσαν τα βρωμερά τους χέρια στο Ευαγγέλιο και έστειλαν τον αθώο στη φυλακή. Υπάρχουν εγκλήματα ασύλληπτα. Κλέφτες, πόρνοι, μοιχοί, περπατούν ελεύθεροι και τους δέχονται παντού με ανοικτές τις πόρτες. Αυτά είναι «τα κρυπτά των ανθρώπων».
—Και που είναι ό Θεός, θα πείτε, που είναι ή δικαιοσύνη;… Περίμενε- «μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Ίο λέει καθαρά ό σημερινός απόστολος- «Κρίνει ό Θεός τα κρυπτά». Θα ξεσκεπάσει και θα τιμωρήσει ό Θεός τα κρυμμένα αμαρτήματα. «Όσο κι αν παίζει το κρυφτούλι ό άνθρωπος, θα έρθει ώρα της αλήθειας. Έχουμε παραδείγματα πολλά. Κι αφήνω την αγία Γραφή- πιάνω την κοινωνία. Το είπε ό Κύριος- «Δεν υπάρχει κρυπτόν ό ου φανερόν γενήσεται» (Λουκ. 8,17). Δέ’ θα μείνει τίποτε κρυφό, όλα θα φανερωθούν. Θέλετε παράδειγμα;
Προ ετών συνέβη το έξης. Ένας κακός σύζυγος είπε στη γυναίκα του- Πάμε στο βουνό ν’ αναπνεύσουμε αέρα; Δεν υποπτεύθηκε τίποτα ή ταλαίπωρη και τον ακολούθησε. Εκεί άρχισε μια λογομαχία, κι αυτός τι κάνει- παίρνει ένα κατσαβίδι και της κόβει το λαρύγγι! Ποτάμι το αίμα- νεκρή ή γυναίκα. Μετά; Την πήρε, την κατέβασε στην παραλία, την έβαλε στη βάρκα του (ήταν ψαράς), και τι τον έβαλε ό διάβολος να κάνη; (είναι να μην υποχώρησης- άμα αρχίσεις τον κατήφορο, θα κατρακυλάς συνεχώς μέχρι την άβυσσο).
Έδεσε λοιπόν στα πόδια της δυο άγκυρες και την φούνταρε μέσα στο πέλαγος σε χίλια μέτρα βάθος. Πήγε στο σπίτι. Τα παιδιά ρωτούσαν —Πού είναι ή μάνα; —είναι στη θεία στην Αθήνα, είναι καλά εκεί… Ή θάλασσα όμως δεν άντεξε το έγκλημα. Με αφρισμένα κύματα μέσα από τόσο βάθος σήκωσε το σώμα και μαζί με τις άγκυρες το πέταξε έξω. Τρόμαξε ό κόσμος, ήρθε αστυνομία, αντεισαγγελεύς, και το έγκλημα αποκαλύφθηκε. Ιδού «τα κρυπτά των ανθρώπων» Τίποτα δέ’ μπορεί να κρυφτή.
Πού καταντήσαμε! θα πείτε. και πού θα φτάσουμε ακόμα! Στην αρχή είμεθα. Πρώτα, όχι άνθρωπο να σκοτώσουν, μυρμήγκι φοβούνταν να πατήσουν όχι ξένη περιουσία να πειράξουν, αλλά και χρυσάφι να εύρισκαν στο δρόμο δεν το άγγιζαν όχι ν’ ατιμάσουν γυναίκα ή κορίτσι, αλλά και για ένα λόγο ή ένα βλέμμα θεωρούσαν προτιμότερο να πεθάνουν. Τώρα; Όπως πίνουν το νερό, έτσι κάνουν την αμαρτία, καθώς έλεγε μια προφητεία (βλ. Ιώβ 15,16).
Πέφτουν στην ατιμία, και μετά κοιμούνται ήσυχοι! Δεν πιστεύουν πλέον στο Θεό. Η λένε μερικοί- Ό Θεός είναι πολύ ψηλά, δεν τον νοιάζει τι γίνεται εδώ στη γη… τι είπες, άνθρωπε; Ό κόσμος έχει αφέντη! Λοιπόν σου λέω και τελειώνω- Όπου να πάς κι όπου να κρυφτής, μη ξεχνάς, ότι υπάρχει ένα μάτι πού τα βλέπει όλα, υπάρχει ένα αυτί πού τ’ ακούει όλα, υπάρχει ένα χέρι πού τα γράφει όλα «τα κρυπτά των ανθρώπων».
Σε ρωτώ’ Ποιος από μας, αν κατεβεί ένας άγγελος με το βιβλίο πού ‘ναι γραμμένα τα κρυφά μας αμαρτήματα, ποιος θέλει να διαβαστεί ενώπιον όλων το «μητρώο» του, τα αμαρτήματα του, με το νύν και με το σίγμα; Ω Χριστέ μου, ούτε ένας• προτιμότερο ν’ άνοιξη ή γη να μας καταπιεί.
Για αυτό, έως ότου ζούμε στο μάταιο τούτο κόσμο, εμπρός αδέρφια μου να μετανοήσουμε. Το αμαρτάνει είναι ανθρώπινο, το εμμένει εν τη αμαρτία είναι σατανικό! Αν μετανοήσουμε, ό άγγελος θα πάρη το αίμα του Χριστού μας και θα σβήσει τ’ αμαρτήματα μας. Έτσι, όταν φύγουμε από το μάταιο τούτο κόσμο, να σφραγίσουμε τα χείλη μας μ’ εκείνο πού είπε ό ληστής- «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42)• αμήν.
Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης.
Κυριακή Β’ (Β’ Ματθ.) (‘Ρωμ. 2,10-16) 3 Ιουλίου 2005
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου